Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2013



Καλή Σχολική χρονιά!!!

Με το ξεκίνημα της νέας σχολικής χρονιάς να ευχηθούμε καλή αρχή σε μαθητές, δασκάλους και γονείς .
Κυρίως να καλωσορίσουμε τα πρωτάκια μας στην αγκαλιά του σχολείου μας και να πούμε στους γονείς τους να μην αγχώνονται κι όλα θα πάνε μια χαρά!!!





Ακολουθεί ένα παραμύθι από την  Πέγκυ Παπαδοπούλου για την πρώτη μέρα στο σχολείο με τίτλο:                 "Τα φτερά της φιλίας"
«Γιατί μεγάλωσα;» Αυτό αναρωτιόταν η Δανάη συνεχώς  το πρωί, καθώς η μαμά της την πήγαινε στο καινούριο της σχολείο. «Γιατί μεγάλωσα, γιατί πρέπει να αλλάξω σχολείο τώρα που μεγάλωσα και γιατί το έχουν πάθει αυτό όλα τα παιδιά που ξέρω;»
Οι ξανθές μπούκλες της Δανάης κουνιόνταν νευρικά. Τι κι αν έσφιγγε το χέρι της μαμάς; Ήξερε πολύ καλά πως σε λίγο θα ήταν μόνη, ανάμεσα σε παιδιά που δεν θα ήξερε κανένα, με μια καινούρια δασκάλα που ποιος ξέρει αν θα ήταν καλή η αυστηρή, και σε ένα τεράστιο σχολείο που μόνο απ' έξω το είχε ξαναδεί.
Είχε ρωτήσει τη μαμά της πολλές φορές για όλα αυτά, και οι απαντήσεις ήταν πάντα οι ίδιες, που όμως αυτές οι "ίδιες απαντήσεις" πολύ λίγο είχαν ανακουφίσει τη Δανάη, επειδή δεν τις καταλάβαινε κιόλας!
                 school
«Γιατί πρέπει να πάω σε άλλο σχολείο, μαμά;»
«Επειδή τώρα πια θα πας στην πρώτη τάξη του Δημοτικού, και το Δημοτικό σχολείο είναι σε άλλο κτίριο από το νηπιαγωγείο σου! Ξέρεις, είναι ένα πολύ ωραίο σχολείο, και θα μάθεις πολλά υπέροχα πράγματα εκεί! Μεγαλώνεις κοριτσάκι μου, μεγαλώνεις!» Η μαμά ήταν γεμάτη καμάρι είναι η αλήθεια, που η κόρη της πια θα ήταν μαθήτρια του Δημοτικού.
Η Δανάη όμως είχε καταλάβει πως το Δημοτικό ήταν ένα διαφορετικό σχολείο από αυτό που μέχρι τώρα είχε γνωρίσει. Εκεί θα είχε κανονικά "μαθήματα", θα έπαιζε μόνο στα διαλείμματα κι όχι την περισσότερη ώρα όπως γινόταν στο νηπιαγωγείο, θα γύριζε στο σπίτι της και θα έπρεπε να κάνει όλες τις εργασίες που θα της ζητούσε η δασκάλα να έχει έτοιμες την επόμενη ημέρα, και, το κυριότερο, κάθε χρόνο που θα περνούσε θα είχε ολοένα και δυσκολότερα πράγματα να κάνει.
Βέβαια, η Δανάη ήταν κι αυτή περήφανη που τώρα πια μεγάλωσε και δεν θα την φώναζαν τα ξαδέρφια της "πινέζα" και "σπόρο" . Τώρα θα μπορούσε να παίζει μαζί τους εκείνα τα ακαταλαβίστικα παιχνίδια που δεν της εξηγούσαν γιατί λέει ήταν "μικρή" , να παραβγαίνει με το ποδήλατό της στις τρεχάλες τους σαν ισάξιος αντίπαλος και να πηγαίνει μαζί τους βόλτες στην πλατεία.

                      school
Αλλά, όπως και να το κάνουμε, το καινούριο σχολείο, έτσι μεγάλο και γκρίζο που το έβλεπε, τη φόβιζε λιγάκι. Πώς θα κατάφερνε να βρει το δρόμο της και να μην χαθεί μέσα σε όλες αυτές τις αίθουσες και τους διαδρόμους; Πώς θα ήξερε ποια παιδιά ήταν μαζί της στην ίδια τάξη για να τους ακολουθεί και να μη μένει μόνη της; Κατά πού να ήταν οι τουαλέτες;
Όλες αυτές τις ερωτήσεις κι ένα σωρό άλλες έκανε στη μαμά της η Δανάη, στο δρόμο για το σχολείο.
«Μη στεναχωριέσαι κοριτσάκι μου», έλεγε η μαμά, «θα πάμε μαζί να δούμε πού είναι η τάξη σου και να γνωρίσουμε την καινούρια σου δασκάλα». Την κοιτούσε χαμογελαστή και γεμάτη σιγουριά. «Είμαι βέβαιη πως δεν θα χαθούμε! Και το δικό μου σχολείο ήταν μεγάλο, βλέπεις να έπαθα τίποτε;»
«Μα, δεν θα ξέρω κανέναν εκεί μαμά! Με ποιον θα παίζω; Ποιος θα κάθεται δίπλα μου; Πώς θα ξέρω ποιο παιδί πάει στην ίδια τάξη με εμένα;» Η "βροχή" των ερωτήσεων της Δανάης δεν έλεγε να σταματήσει. Η μαμά κοίταξε το ρολόι της. Είχαν λίγη ώρα ακόμη. Κι έτσι, κάθισαν σε ένα παγκάκι, κοντά-κοντά. Η μαμά πήρε ύφος ... "συνωμοτικό".
«Κοίτα τώρα να δεις τι έχω εγώ στην τσάντα μου», της ψιθύρισε στο αυτί, ενώ, μετά από λίγο ψάξιμο, εμφανίστηκαν στη χούφτα της τρία .... φτερά!
Η Δανάη την κοίταξε με απορία. "Είναι ώρα τώρα να ασχοληθούμε με φτερά και πούπουλα;" Αναρωτιόταν. Η μαμά όμως είχε ένα πολύ φωτεινό χαμόγελο καθώς της τα έδειχνε.
«Ξέρεις», της είπε, «αυτά δεν είναι απλά φτερά». Άνοιξε τη χούφτα της λίγο περισσότερο, και τα μικρά άσπρα φτερά αναδεύτηκαν από το ελαφρό αεράκι. Περίμενε λίγο αλλά η Δανάη δεν ήξερε τι να της πει, κι είχε και το νου της μήπως τυχόν και αργήσουν στο σχολείο, οπότε η μαμά συνέχισε:
«Αυτά τα φτερά που βλέπεις είναι ΜΑΓΙΚΑ!»
«Υπάρχουν μαγικά φτερά μαμά;»
«Όχι, όχι αν ΕΣΥ δεν τα κάνεις να είναι μαγικά!» Η μαμά τώρα ήταν πιο σοβαρή.
«Τι να τα κάνω δηλαδή; Πώς είναι δυνατόν κάτι τέτοιο;».
                       school
«Θα σου πω μια ιστορία. Βλέπεις κάποτε ήμουν κι εγώ ένα μικρό κοριτσάκι που πήγαινε για πρώτη φορά στο Δημοτικό σχολείο. Και είχα τις ίδιες απορίες και ανησυχίες με εσένα μικρή μου. Στο τέλος δεν ήθελα καθόλου να πάω. Μα καθόλου! Γιατί ακριβώς φοβόμουν πως δεν θα έκανα καμία φίλη, και πως θα έμενα και μόνη μου, με μοναδική ίσως συντροφιά τα καινούρια βιβλία. Νομίζω πως κι εσύ κάπως έτσι νιώθεις, σωστά;»
Η Δανάη κατέβασε το κεφάλι και κοιτούσε τα πόδια της, που κουνιόνταν νευρικά μπρος - πίσω, σα να έκανε κούνια. Θα καταλάβαινε η μαμά;
«Η αλήθεια είναι μαμά, πως αν κάποια από τις φίλες μου ήταν μαζί μου, θα ένιωθα πολύ όμορφα. Γιατί, κατά βάθος μου αρέσει το καινούριο σχολείο! Αλλά να, φοβάμαι λιγάκι, πώς θα περάσει ο πρώτος καιρός!»
«Δεν φοβάσαι, απλά είσαι λίγο ανήσυχη και λίγο περίεργη μου φαίνεται. Αν φοβόσουν στ' αλήθεια, δεν θα ήθελες καθόλου να πας. Μη στεναχωριέσαι όμως, θα δεις τι έκανα εγώ όταν ήμουν σαν εσένα, ακριβώς όπως μου είπε η γιαγιά, και όλα πήγαν τόσο καλά! Τη μια μάλιστα φίλη που απέκτησα την πρώτη μέρα του σχολείου, την έχω ακόμη φίλη μου, την ξέρεις πολύ καλά!» Η μαμά την είχε πάρει αγκαλιά από τους ώμους, θέλοντας να της δείξει ότι ούτε μόνη είναι κι ούτε έχει τίποτε να φοβάται.
«Την Έφη εννοείς μαμά;» Η Δανάη ήξερε πως η μαμά της και η κυρία Έφη ήταν φίλες από μικρά κοριτσάκια, κι ακόμη και τώρα, τόσον καιρό μετά που τέλειωσαν το σχολείο, κι έχουν οικογένειες και παιδιά κι ένα σωρό, όπως λένε, "υποχρεώσεις", πάλι ήταν πολύ δεμένες και έκαναν πάρα πολλά πράγματα μαζί. Πήγαιναν τα παιδιά τους θέατρο, για ψώνια ή σινεμά. Θα ήθελε κι αυτή να έχει μια τέτοια φίλη.
«Ε, λοιπόν, η Έφη ήταν η πρώτη φίλη που έκανα εκείνη τη μέρα στο σχολείο. Και σε αυτό με βοήθησαν τα "μαγικά φτερά" της γιαγιάς, και οι συμβουλές της».
«Τι έκανες λοιπόν;» Η Δανάη είχε αρχίσει να γίνεται πολύ περίεργη. Μήπως πράγματι μπορούσε κάτι να την βοηθήσει να νιώθει όμορφα στο νέο της σχολείο - έστω κι αν δεν ήταν "μαγικό" ή κάτι τέτοιο;
«Η γιαγιά μου έδωσε λοιπόν τρία λευκά φτερά. Και μου είπε πως θα πρέπει να βρω τρεις νέους φίλους ή φίλες. Δεν ήταν ανάγκη να βρω και τους τρεις την πρώτη μέρα. Ίσως να έπρεπε να περιμένω μερικές. Θα έδινα από ένα φτερό σε αυτά τα παιδιά που θα μπορούσα να περνάω καλά μαζί τους και θα ήθελα να γίνουν φίλοι μου. Γιατί η γιαγιά ήξερε ότι, σαν εμένα, θα υπήρχαν κι άλλα παιδάκια που θα ένιωθαν μοναξιά, και τα μαγικά φτερά θα μας έφερναν πιο κοντά.» Η μαμά περίμενε λίγο να δει εάν καταλάβαινε η Δανάη και μετά συνέχισε.
«Την πρώτη μέρα φυσικά, δεν μπόρεσα να ξεχωρίσω κανένα παιδί που να θελήσω να γίνω φίλη μαζί του. Άλλωστε, είχαμε πάρει τα καινούρια μας βιβλία, και εγώ αφοσιώθηκα σε αυτά. Με είχαν γοητεύσει! Την επόμενη μέρα όμως, είδα ένα κοριτσάκι που καθόταν στην άλλη άκρη της αυλής, μόνο, και κοιτούσε τα μεγαλύτερα παιδιά που έπαιζαν διάφορα παιχνίδια. Δεν ήταν καθόλου κατσούφα – εμένα άλλωστε δεν μου άρεσαν ποτέ τέτοια παιδιά -, απλώς δεν ήταν αρκετά τολμηρή για να πάει να παίξει μαζί τους. Κάπως έτσι ένιωθα κι εγώ. Έβαλα το χέρι στην τσέπη μου κι έσφιξα στη χούφτα μου τα τρία μαγικά φτερά. Πήρα ένα , πήγα κοντά στο κοριτσάκι, φόρεσα το καλύτερό μου χαμόγελο και είπα θαρρετά: "Γεια σου, με λένε Νίνα και δεν έχω κανέναν άλλο να παίξω. Θέλεις να παίξουμε μαζί;"».
«Και τι έκανε το κοριτσάκι μαμά;»
                          school
«Μου είπε ότι τη λένε Έφη, κι ότι είχε έρθει από μια άλλη πόλη, αρκετά μακριά από την Αθήνα, και δεν ήξερε ακόμη κανένα. Έτσι, ξεκινήσαμε να παίζουμε μαζί στα διαλείμματα και ζητήσαμε από την δασκάλα μας να καθίσουμε στο ίδιο θρανίο. Λίγες μέρες μετά, είχαμε γίνει αχώριστες και λίγο-λίγο έλεγε η μια στην άλλη ιστορίες από τη ζωή και την οικογένειά της και γνωριστήκαμε καλύτερα. Τότε της έδωσα το φτερό. Της είπα πως αυτό το φτερό θα μας κρατούσε ενωμένες και αγαπημένες και θα ήταν η απόδειξη της μεγάλης μας φιλίας».
«Και γιατί δεν της το έδωσες εκείνη την πρώτη μέρα;»
«Γιατί δεν ήμουν σίγουρη αν η γνωριμία μας θα γινόταν μια πραγματική φιλία. Και δεν ήθελα να μοιράσω τα φτερά μου δεξιά και αριστερά. Της το έδωσα όταν κατάλαβα πόσο πολύ την αγαπούσα. Και μου πήρε σχεδόν μέχρι τα Χριστούγεννα για να καταφέρω να δώσω τα άλλα δύο φτερά στον Δήμο και τη Βασιλική».
«Τι το έκανε το φτερό η Έφη; Κατάλαβε ότι ήταν μαγικό;» ρώτησε η μικρή Δανάη.
«Της εξήγησα ότι η μαγεία του είναι η φιλία μας. Και ότι για όσον καιρό θα είμαστε καλές φίλες, αυτό το μικρό φτερό θα μας κρατούσε ενωμένες και αγαπημένες. Ξέρεις τι έκανε τότε; Πήρε ένα κομμάτι ζιλοτέϊπ και το κόλλησε στο μολύβι της. Μου είπε ότι έτσι θα το βλέπει συνέχεια, είτε στο σχολείο είτε στο σπίτι, και θα ήξερε ότι την αγαπάω. Και μόλις το φτερό κουνιόταν με το γράψιμο, ήξερα κι εγώ ότι κι εκείνη με αγαπούσε!». Η μαμά τελείωσε την ιστορία της δίνοντας τα τρία μαγικά φτερά στη Δανάη.
Η Δανάη τα κοίταξε για λίγο. Σκέφτηκε την ιστορία της μαμάς. Σκέφτηκε και την κυρία Έφη, που ήταν ακόμη φίλη της και μοιράζονταν πάρα πολλά πράγματα τόσο πολλά χρόνια μετά. Κι αποφάσισε ότι ίσως πράγματι τα φτερά να μπορούν να γίνουν μαγικά με τη δύναμη της φιλίας.
                        school
«Θα σκεφτώ καλά πού θα τα δώσω κι εγώ μαμά!», υποσχέθηκε – αν και δεν ένιωθε και πολύ σίγουρη ότι θα έβρισκε τρία παιδιά για να τα δώσει. «Αλλά εγώ σήμερα κιόλας θα δώσω το πρώτο. Θα ψάξω να βρω κάποιον που θα είναι ντροπαλός σαν εμένα, και θα του το δώσω για να μη νιώθει μόνος. Τα άλλα δύο φτερά μπορούν πολύ ωραία να περιμένουν, σωστά;»
Η Δανάη γοητεύτηκε πολύ με το καινούριο σχολείο. Είδε πως υπήρχαν παντού ζωγραφιές των παιδιών που έδιωχναν το γκρίζο του χρώμα. Πως η αυλή του ήταν πολύ μεγάλη και μπορούσε να κάνει πολλές βόλτες εκεί. Πήγε στο μικρό θεατράκι, εκεί που θα έκαναν τις γιορτές τους όπως της εξήγησαν, και από τώρα φανταζόταν πόσο ωραία θα είναι να συμμετέχει στις γιορτές. Στάθηκε πολύ σοβαρή την ώρα του αγιασμού αλλά γέλασε με την καρδιά της όταν πιτσιλίστηκε για τα καλά από τον παπούλη, αφού καθόταν μπροστά-μπροστά! Όταν γύριζε προς τη μεριά της μαμάς, της έδειχνε τη χούφτα της που κρατούσε – ακόμη! – τα τρία μαγικά φτερά. Δεν ένιωθε και τόσο μόνη τώρα.
Σε μια στιγμή, είδε ένα κοριτσάκι που δεν ξεκολλούσε από τη φούστα της μαμάς του και λίγο ακόμη θα έβαζε τα κλάματα. Γιατί άραγε; Πλησίασε κοντά της χωρίς να διστάσει ούτε ένα λεπτό – τα μαγικά φτερά την βοηθούσαν και δεν ήταν πια ντροπαλή!
«Γιατί κλαις;». Το κοριτσάκι δεν μιλούσε και πήγε ακόμη πιο κοντά στη μαμά του. Αλλά η Δανάη δεν θα το έβαζε κάτω. «Κι εγώ στην αρχή νόμιζα ότι θα έκλαιγα στο καινούριο σχολείο, επειδή δεν ξέρω κανένα, αλλά τελικά βρήκα μερικά πολύ ωραία πράγματα να κάνω και ... προς το παρόν το ξέχασα!», της είπε με ειλικρίνεια.
«Ούτε εγώ ξέρω κανέναν εδώ, κι όταν φύγει η μαμά μου θα είμαι μόνη μου...». Το κοριτσάκι μιλούσε με σιγανή φωνή, τόσο που η Δανάη πίστευε πως μάλλον δεν ήθελε να ακούσει κανείς τι έλεγε!
                            school

«Κι εγώ δεν ξέρω άλλα παιδιά εδώ, το νηπιαγωγείο μου ήταν πολύ μακριά κι έτσι πήγαμε όλοι σε ξεχωριστά σχολεία. Αλλά τούτο εδώ από όσο είδα, μου φαίνεται πολύ μεγάλο και όμορφο, τουλάχιστον σε μερικές γωνιές του. Θέλεις να πάμε να το δούμε μαζί; Έτσι δεν θα είσαι ούτε εσύ μόνη σου, ούτε κι εγώ! Αν μας επιτρέπει η μαμά σου φυσικά...», είπε η Δανάη στο τέλος, κοιτώντας ικετευτικά την ξένη κυρία, η οποία όμως ήδη έσπρωχνε τη μικρή της κόρη προς το μέρος της Δανάης.
«Με λένε Ευγενία», είπε το κοριτσάκι, κι η Δανάη πολύ χάρηκε που άκουσε καθαρά τη φωνή της. Σε λίγο εξερευνούσαν μαζί την αυλή και δεν πολυκοίταζαν τις μαμάδες τους. Η Δανάη σκέφτηκε πως θα ήθελε κι αύριο και τις υπόλοιπες μέρες να ήταν μαζί με την Ευγενία. Έβγαλε ένα μαγικό φτερό από την τσέπη της και της το έδωσε. Η Ευγενία δεν ήξερε τι να το κάνει.
«Κράτησέ το και μην το χάσεις!» της είπε η Δανάη. «Μου το έδωσε η μαμά μου και της το είχε δώσει η δική της μαμά, την πρώτη μέρα της πρώτης τάξης του Δημοτικού. Είναι μαγικό. Φέρνει κοντά σου νέους φίλους. Να, βλέπεις; Εμένα μου έφερε ήδη εσένα!»
«Ποτέ δεν είχα μια φίλη που να μου δώσει κάτι μαγικό!», είπε η Ευγενία. «Θα προσέχω να μην το χάσω!»

                           school

«Κόλλησέ το κάπου, ας πούμε στην κασετίνα σου. Κάθε φορά που το βλέπεις θα ξέρεις πως σε όλο αυτό το μεγάαααλο σχολείο, έχεις τουλάχιστον μία καλή φίλη. Εμένα!» Κι η Δανάη, γύρισε προς τα εκεί που στεκόταν η μαμά της και της έκλεισε πονηρά το μάτι, ενώ κουνούσε θριαμβευτικά το χέρι της, σα να έλεγε : «δεν θα ξαναφοβηθώ τίποτε, έχω τα μαγικά φτερά μαζί μου!»